Συμπληρώστε την λέξη και πατήστε enter

Της Ιουλίας Πιτσούλη

Γιατί λέμε ψέματα; Τι ρόλο παίζει η απόκρυψη της αλήθειας στη ζωή και στις σχέσεις μας; Πώς η ιστορία γράφεται με τα ψέματα;

Ξέρετε ποιο είναι ένα από τα βασικά προσόντα των ανθρώπων που έχουν κοινωνική επιτυχία, που καταφέρνουν να αναρριχηθούν ή να αφήσουν το αποτύπωμά τους στην ιστορία; Ξέρουν να λένε ωραία ψέματα! Μη βιαστείτε να επαναστατήσετε γιατί αν αυτό που διαβάσατε δεν είναι … ψέμα τότε είναι μια μεγάλη αλήθεια. Ρίξτε μια ματιά στα βιβλία της ιστορίας και θα τη δείτε να αναδύεται στολισμένη με ένα σωρό μάσκες σαν αυτές που φόρεσαν λογιών – λογιών ηγέτες για να κυριαρχήσουν. Βέβαια, θα πρέπει να παραδεχθούμε πως όλοι μας, μηδενός εξαιρουμένου, συνεισφέρουμε συχνά τον οβολό μας στο …ταμείο του ψεύδους. Μερικοί πάντως πληρώνονται για να το κάνουν. Ή αν προτιμάτε, πληρώνονται για να εξωραΐζουν την αλήθεια. Πάρτε για παράδειγμα τους διαφημιστές και τους επαγγελματίες δημοσίων σχέσεων. Στην ουσία αποτελούν την σύγχρονη μορφή των μυστικοσυμβούλων και των αυλικών βασιλέων και αυτοκρατόρων. Στα αχανή τους παλάτια οι ηγεμόνες περιστοιχίζονταν από πλήθη πρόθυμων αυλοκολάκων, που ασκούντο καθημερινά στην τέχνη του «ψεύδεσθαι» και «κολακεύειν». Το παραμύθι του γυμνού βασιλιά που όλοι θαύμαζαν την ανύπαρκτη καινούργια φορεσιά του αυτή ακριβώς την αυτοκρατορία του ψεύδους περιγράφει. Μετεξέλιξή της οι σημερινές δημόσιες σχέσεις, η διεθνής διπλωματία και συχνά η πολιτική που ανταγωνίζονται στο ποιος θα πει τα πιο κολακευτικά ψέματα μεταμφιεσμένα σε αλήθειες. Καθόλου παράξενο εφόσον όλοι τελικά προτιμάμε ένα ευχάριστο ψέμα από μια δυσάρεστη αλήθεια. Αν μάλιστα οι νόμοι των παραμυθιών ίσχυαν και στην πραγματική ζωή, τότε οι πολιτικοί θα διακρίνονταν αμέσως από το μέγεθος της…μύτης τους. Μια μύτη που θα ξεχείλωνε εντυπωσιακά σαν του Πινόκιο στις προεκλογικές περιόδους ιδίως κάθε φορά που θα ακουγόταν η μαγική λέξη «θα». Τελικά, ολόκληρη η κοινωνία μας οικοδομεί τον εαυτό της μέσα σε αναλήθειες και συμβάσεις. Όλοι μας φαίνεται να τις έχουμε ανάγκη άλλωστε. Γι αυτό ευθύνεται επίσης μια άλλη κατηγορία: οι δημοσιογράφοι. Η κοινή γνώμη τους καταγγέλλει πολλές φορές ως παραμυθατζήδες. Συχνά μάλιστα έχει αποκαλυφθεί πως τα μεγαλύτερα ψέματα τα έχουν γράψει και πλασάρει μερικοί από τους πιο «έγκριτους» δημοσιογράφους. Οι αλλοιώσεις γεγονότων, οι ψεύτικες ειδήσεις, οι στημένες συνεντεύξεις που αποκαλύπτονται κατά καιρούς αναγκάζουν τα μέσα ενημέρωσης να πληρώνουν σκληρά πρόστιμα και να δημοσιοποιούν διαψεύσεις υπακούοντας στο νόμο περί τύπου. Κάτι τέτοιο έχει συμβεί επανειλημμένως στα ελληνικά κανάλια και εφημερίδες. Το φαινόμενο δεν είναι ελληνικό βέβαια. Οι Αμερικανοί έχουν σίγουρα τα πρωτεία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Αμερικανίδα δημοσιογράφος που πριν από μερικά χρόνια κέρδισε το βραβείο Πούλιτζερ, το αντίστοιχο Όσκαρ της δημοσιογραφίας, μόνο και μόνο για να το χάσει αργότερα μαζί με την επαγγελματική της αξιοπρέπεια όταν αποκαλύφθηκε πως η βραβευμένη της συνέντευξη με έναν εννιάχρονο τοξικομανή ήταν φανταστική!

Με Απάτησες Ποτέ;

Μέσα στην καθημερινότητά μας το ψέμα έχει όχι μόνο κυρίαρχη αλλά και αναγκαία θέση. Συχνά, η ίδια η κοινωνία το απαιτεί στα πλαίσια των συμβάσεων της συνύπαρξης. Μας το συστήνει σαν κώδικα καλής συμπεριφοράς και ευγένειας ακόμα και μεγαλοψυχίας. Μπορεί ηθικά να θεωρείται σωστό να λέμε την αλήθεια αλλά κοινωνικά είναι συχνά ανεπίτρεπτο. Φανταστείτε να πούμε σε μια οικοδέσποινα πόσο άνοστο και κακομαγειρεμένο ήταν το φαγητό που μας πρόσφερε ή να δηλώσουμε σε έναν καλλιτέχνη πως η δουλειά του είναι φριχτή και κακόγουστη. Δεν θεωρείται «σωστό» να πούμε στον άλλο κατάμουτρα ότι είναι άσχημος ούτε να δηλώσουμε με ειλικρίνεια σε κάποιον που μας πολιορκεί με τη φλυαρία του ότι είναι βαρετός και μας έχει πρήξει με τις ανιαρές ιστορίες του. Έτσι όλοι αναγκαζόμαστε να καταφεύγουμε σε μερικά «κοινωνικά ψέματα». Το ίδιο κάνουμε και για τον εαυτό μας. Τον κρύβουμε κάτω από κάποια μικρά ή μεγάλα ψεύδη γιατί ανησυχούμε πως θα χάσουμε το θαυμασμό , την εκτίμηση ή την αγάπη των άλλων. Κρύβουμε τις βαθύτερες σκέψεις μας, τις αδυναμίες μας, τα κόμπλεξ μας, την ηλικία και τα κιλά μας, τους «ταπεινούς» συγγενείς μας, τη σκόνη κάτω από το χαλί, τον αριθμό των εραστών μας. Στον έρωτα ξεφουρνίζονται συχνά τα μεγαλύτερα ψέματα. Έστω κι αν υποστηρίζουμε πως το κάνουμε για να μην πληγώσουμε τον άλλον. Αν λ.χ. στην ερώτηση του συντρόφου μας «με έχεις απατήσει ποτέ» απαντήσουμε με ένα ψεύτικο όχι ποιον προστατεύουμε; Εκείνον από την απογοήτευση και το θυμό ή εμάς από τον κίνδυνο της εγκατάλειψης; Η πικρή αλήθεια είναι πως πολλές ερωτικές σχέσεις στηρίζονται ή διατηρούνται με τα ψέματα. Μερικές ξεκινάνε και με αυτά. Συχνά οι παντρεμένοι δημιουργούν σχέσεις με ελεύθερες κοπέλες παριστάνοντας ότι οι ίδιοι είναι επίσης ανύπαντροι. Ο έρωτας λοιπόν ευνοεί ιδιαίτερα την καλλιέργεια του ψεύδους που απλώνεται και φτάνει συχνά μέχρι το … κρεβάτι μας. Εδώ έχουμε μια καθαρά γυναικεία συνήθεια: τον ψεύτικο οργασμό. Αμέτρητες γυναίκες στην προσπάθειά τους να κρατήσουν τον σύντροφό τους ή να παίξουν το ρόλο της υπερσεξουαλικής και θερμής ερωμένης, υποκρίνονται ανύπαρκτους οργασμούς ξεγελώντας τους άντρες αλλά στερώντας τελικά από τον εαυτό τους την ηδονή του πραγματικού οργασμού, αφού δεν τολμούν να παραδεχθούν ότι τον στερούνται κι έτσι να αναζητήσουν μαζί με το σύντροφό τους μια λύση.

Από Μικροί στα Ψέματα

Όλοι εκπαιδευόμαστε στην ψευτιά από την παιδική μας ηλικία. Ξεκινάμε αθώοι βέβαια γι αυτό και συχνά φέρνουμε την… καταστροφή στον κόσμο των μεγάλων με την ευθύτητα και την ειλικρίνειά μας. Καθώς τα παιδιά δεν έχουν μάθει ακόμα τους κανόνες υποκρισίας των ενηλίκων και δεν έχουν αντιληφθεί το παιχνίδι των συμβάσεων που παίζουμε για να μπορούμε να συμβιώνουμε, ξεπερνούν κάθε είδους τυπικότητες και αβρότητες και χτυπάνε κατευθείαν στο ψαχνό με τις αλήθειες τους φέρνοντας τους μεγάλους σε δύσκολη θέση. Πόσες φορές τα πιτσιρίκια δεν έχουν ξεφουρνίσει «στους ξένους» μικρά και μεγάλα οικογενειακά μυστικά. Κατόπιν τρώνε μια κατσάδα από τους γονείς τους και έτσι διδάσκονται πως υπάρχουν δυο βασικές αλήθειες: η δική μας και των άλλων. Εκ των πραγμάτων τα πρώτα μαθήματα ψεύδους τα διδαχθήκαμε από τους γονείς μας και τους ενηλίκους που κουνώντας το δάχτυλο μπροστά στη μύτη μας συνήθιζαν να μας λένε « πάντα να λες την αλήθεια» κι ύστερα έκπληκτοι τους βλέπαμε να λένε οι ίδιοι ψέματα. Παίρνοντας αντιφατικά μηνύματα πάθαμε πλήρη σύγχυση και μάθαμε εμπράκτως το «άλλα λέμε κι άλλα κάνουμε». Στα πρώτα χρόνια της ζωής μας όμως δεν είμαστε καν σε θέση να κάνουμε τη διάκριση μεταξύ αλήθειας και ψεύδους. Ήταν τότε που λειτουργούσε μέσα μας η μαγική σκέψη που μας έκανε να πιστεύουμε στους δράκους και στις νεράιδες, στα παραμύθια και στις τερατώδεις ιστορίες που μας έλεγαν οι μεγάλοι ή τα αδέλφια μας για να μας τρομάξουν. Ο κόσμος του Χάρυ Πότερ και του Αι Βασίλη ήταν κάποτε υπαρκτός. Όμως, το μικρό παιδί που συγχέει το πραγματικό με το φανταστικό αλλοιώνει μεν την αλήθεια αλλά δεν ψεύδεται. Μυθοπλάθει, εξωραΐζει την πραγματικότητα κι αυτό είναι πολύ φυσικό. Καθώς μεγαλώνουμε το άλογο της φαντασίας μας δαμάζεται. Ο Πήγασος χάνει τα φτερά του και προσγειώνεται μαζί μας σε ένα πεζό και συχνά οδυνηρό κόσμο όπου τα όρια μεταξύ ψεύδους και αλήθειας είναι απόλυτα σαφή. Διαπιστώνουμε τότε πως η ειλικρίνειά μας δεν επιβραβεύεται πάντα ή ότι γίνεται αιτία για μπελάδες. Γονείς, δάσκαλοι και γενικά όσοι έχουν εξουσία πάνω μας θυμώνουν, μας κατσαδιάζουν ή μας τιμωρούν αν ομολογήσουμε με ειλικρίνεια τις σκανταλιές μας. Τότε, σ’ εκείνη την κρίσιμη ηλικία μπορεί να κάναμε περίεργες συνδέσεις στο μυαλό μας και να ταυτίσαμε την ειλικρίνεια με την τιμωρία. Έτσι μάθαμε αυτό που όλοι οι ενήλικες ξέρουν, ότι δηλαδή το ψέμα είναι ένα σύστημα άμυνας ενάντια στην ανασφάλεια, τις συνέπειες ή την «απομυθοποίησή» μας στα μάτια του άλλου. Αργότερα, ως ενήλικες κι εμείς συνεχίζουμε το ίδιο παιχνίδι λέγοντας ψέματα όχι πια στους γονείς αλλά σε άλλους: στο σύντροφό μας, στο αφεντικό μας , στο κράτος ή στην εφορία!

Το Μυστικό του Καλού Ψεύτη

Ας το παραδεχθούμε. Όλοι λέμε ψέματα. Το ζήτημα, όμως, είναι να λέμε πειστικά ψέματα. (Αλλιώς ποιος ο λόγος να μπούμε στον κόπο;) Ενώ πολλοί υποστηρίζουν πως το σημαντικότερο προσόν ενός καλού ψεύτη είναι η καλή μνήμη – για να θυμάται όσα λέει και να μη χρειάζεται να αντιφάσκει – αυτή από μόνη της δεν αρκεί. Χρειάζονται κι άλλα προσόντα όπως ψυχραιμία, ικανότητες υποκριτικής και γνώση των μυστικών της γλώσσας του σώματος. Οι «ερασιτέχνες» συλλαμβάνονται συχνά ψευδόμενοι από τις ίδιες τους τις κινήσεις. Τους προδίδει το βλέμμα τους, η αστάθεια της φωνής τους, ακόμα και ο τρόπος που αναπνέουν. Οι εκφράσεις του προσώπου και η γλώσσα του σώματος, η βιασύνη και τα μασημένα λόγια τους τούς αποκαλύπτουν στα μάτια ενός οξυδερκούς παρατηρητού ή ενός … έμπειρου ψεύτη. Αν πολλοί ψεύτες ξεσκεπάζονται δεν είναι επειδή οι ισχυρισμοί τους ακούγονται παράλογοι αλλά γιατί μιλάνε μασημένα, μπερδεμένα, γρήγορα ή και πιο δυνατά από το κανονικό. Είναι πραγματικά ενδιαφέρον να παρατηρεί κανείς ότι συχνά φωνάζουμε ψευδόμενοι σαν να θέλουμε με την ένταση της φωνής μας να γίνουμε πιο πειστικοί, ενώ παράλληλα μιλάμε πιο γρήγορα προσπαθώντας να ξεμπερδεύουμε μια ώρα γρηγορότερα με το ψέμα. Αντίθετα, την αλήθεια, εκείνη που απρόθυμα ομολογούμε, ίσα-ίσα που την ψελλίζουμε, σαν να μη θέλουμε να ακουστεί. Αλλά και τα μάτια του ατόμου που λέει ψέματα είναι αποκαλυπτικά. Συνήθως αποφεύγουν το βλέμμα του άλλου, πεταρίζουν ή κλείνουν πιο παρατεταμένα από το σύνηθες. Το βλέμμα του ειλικρινούς είναι ευθύ και σταθερό ενώ, όπως αποκαλύπτουν οι μελετητές της γλώσσας του σώματος, συνοδεύει τα λόγια του κουνώντας τα χέρια του έτσι ώστε οι παλάμες να είναι ανοιχτές και στραμμένες προς τα πάνω. Πρόκειται για μια ασυνείδητη κίνηση που είναι σαν να δηλώνει «κοίτα, δεν κρύβω τίποτα». Αντίθετα, όταν κάποιος λέει ψέματα έχει την τάση να χειρονομεί κρύβοντας τα χέρια του πίσω του, κάτω από το τραπέζι ή κρατώντας τις παλάμες προς τα κάτω. Αυτή η σημειολογία του ψεύδους είναι γνωστή στους εκ συστήματος ψεύτες που καταφέρνουν να τη χρησιμοποιούν πείθοντας με ευκολία τους άλλους. Μερικοί από αυτούς έχουν φτάσει μάλιστα σε τέτοιο σημείο αυτοελέγχου που καταφέρνουν να ξεγελούν ακόμα και τον «πολύγραφο». Πρόκειται για την περίφημη συσκευή ανίχνευσης ψεύδους που επινοήθηκε όταν οι γιατροί και οι φυσιολόγοι ανακάλυψαν πως όταν λέμε ψέματα ο εγκέφαλός μας στέλνει σήματα «διαμαρτυρίας» σε ολόκληρο το σώμα μας με αποτέλεσμα να μεταβάλλεται η ηλεκτρική τάση του δέρματός μας. Αυτή ακριβώς την ανεπαίσθητη ηλεκτρική μεταβολή ανιχνεύει ο πολύγραφος, ο οποίος είναι συνδεδεμένος με το σώμα του υπό εξέταση μάρτυρα.

Μεγάλα Ιστορικά Ψέματα

Η ιστορία της ανθρωπότητας διαμορφώθηκε σε πολλές περιπτώσεις από τα μικρά και μεγάλα ψέματα. Πολλοί κοινωνιολόγοι παραδέχονται πως το ψεύδος είναι η κινητήριος δύναμη της ιστορίας. Οι λαοί το έχουν ανάγκη. Ο μέσος άνθρωπος που καταπιέζεται από κάθε είδους όρια χρονικά, τοπικά, οικονομικά, κοινωνικά χρειάζεται όνειρα απεραντοσύνης. Έτσι λοιπόν όσο πιο πεζή και μίζερη είναι η καθημερινότητα τόσο μεγαλώνει η ανάγκη μας για «οράματα». Στα πλαίσια μιας παραφοράς της πίστης και μιας ομαδικής πλάνης που έχει παρουσιαστεί σαν αλήθεια προς τις μάζες, αυτός ο πλανήτης έχει επανειλημμένως αιματοκυλιστεί. Άλλοτε από τους Σταυροφόρους, δήθεν ελευθερωτές των Αγίων Τόπων, άλλοτε από τους εκπροσώπους της Αρίας, δήθεν ανώτερης φυλής, άλλοτε από τους κάθε είδους αυτόκλητους «σωτήρες» και «ελευθερωτές» εκατομμύρια άνθρωποι σφαγιάστηκαν από άλλους ανθρώπους που είχαν πιστέψει ότι πρόσφεραν υπηρεσία και επιτελούσαν ιερό καθήκον. Όλα για ένα άδειο πουκάμισο. Για μια Ελένη. Η θεωρία της προπαγάνδας στηρίζεται επίσης στην ανάμιξη ψεύδους με την αλήθεια έτσι που τα όρια να είναι δυσδιάκριτα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η «νύχτα των μεγάλων μαχαιριών»: την εποχή που ο Χίτλερ και ο Γκέμπελς έκαναν «εκκαθαρίσεις» προσπαθώντας να απαλλαγούν από ανεπιθύμητους συνεργάτες που διεκδικούσαν μερίδιο εξουσίας οι φήμες άρχισαν να οργιάζουν : «το καθεστώς τρώει τα παιδιά του». Η κοινή γνώμη αντιδρούσε έντονα και χρειαζόταν ένα καλό ψέμα για να αποπροσανατολιστεί. Τότε ο Γκέμπελς, για να θολώσει τα νερά έκανε το εξής τέχνασμα: έστειλε το τον Γκέρινγκ για ένα μήνα διακοπών στα Κανάρια νησιά. Η εντολή που είχε λάβει ήταν ότι το ταξίδι του έπρεπε να κρατηθεί μυστικό ακόμα και από τη γυναίκα του. Έτσι από τη μια μέρα στην άλλη το υψηλόβαθμο στέλεχος εξαφανίστηκε κάνοντας τις φήμες να οργιάσουν. Από την πλευρά του ο Γκέμπελς τις υποδαύλιζε δίνοντας σκόπιμα κάποιες μασημένες εξηγήσεις. Λίγες βδομάδες μετά όταν τα πράγματα είχαν ωριμάσει αρκετά ο Γκέρινγκ πήρε εντολή να επιστρέψει και την επομένη εμφανίστηκε δημόσια χαμογελαστός πλάι στο Χίτλερ. Αμέσως κατέρρευσαν οι υπόνοιες ότι τον είχαν εξοντώσει και μαζί κατέρρευσαν και οι άλλοι ισχυρισμοί περί εσωκομματικών εκκαθαρίσεων. Με παρόμοια περιστατικά είναι γεμάτη η ιστορία των λαών. Λίγο πολύ όλοι το ξέρουμε. Έτσι δεν είναι; Άλλωστε κι εμείς είμαστε αντίστοιχα παραγωγοί του ψεύδους. Μόνο που θεωρούμε πως οι άλλοι λένε περισσότερα. Σύμφωνα με σχετικό γκάλοπ που πραγματοποιήθηκε στη Βρετανία το 25% παραδέχονται πως λένε τουλάχιστον ένα ψέμα καθημερινά όμως το 38% πιστεύουν πως γίνονται συνεχώς αποδέκτες των ψεμάτων άλλων ενώ το 51% έχουν την πεποίθηση πως οι φιλοφρονήσεις που τους γίνονται είναι ψεύτικες. Ζούμε, λοιπόν, ο καθένας στον ατομικό του υποκειμενικό κόσμο. Ποια είναι τελικά η αλήθεια; Η ίδια η ετυμολογία της λέξης το δηλώνει: η α-ληθεια είναι η απουσία της λήθης. Με αυτή την έννοια ό,τι δεν παραδίδεται στη λήθη παραμένει αθάνατο. Και ίσως τελικά να μην έχει τόση σημασία το να μη λέμε κάποια ψέματα όσο το να είμαστε αληθινοί. Μπορεί να μοιάζει αντιφατικό αλλά δεν είναι. Σκεφτείτε το.

Share